Ιστορία
Το Αμφιάρειο του Ωρωπού βρίσκεται σε μια μικρή κοιλάδα νοτιοδυτικά της Σκάλας Ωρωπού, κοντά στον Κάλαμο, το Μαυροδήλεσι, που τη διασχίζει ένα ξερό ποτάμι το οποίο οι αρχαίοι ονόμαζαν Χαράδρα. Το Αμφιάρειο ήταν το μεγαλύτερο στην αρχαία Ελλάδα ιερό του χθόνιου θεού και ήρωα του Άργους Αμφιαράου. Σε όλη την περίοδο της λειτουργίας του ήταν το εθνικό ιερό του Ωρωπού, μιας από τις παλαιότερες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας. Το Αμφιάρειο ιδρύθηκε στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. όταν ο Ωρωπός ήταν στα χέρια των Αθηναίων. Ο Αμφιάραος ανήκε στις θεότητες του κάτω κόσμου. Η ευτυχέστερη ίσως περίοδος της ιστορίας του Αμφιαρείου ήταν ο 3ος αιώνας π.Χ. και το πρώτο μισό του 2ου αιώνα π.Χ. (ως το 146 π.Χ.), οπότε ο Ωρωπός ήταν μέλος του Κοινού των Βοιωτών.
Ως λιμάνι με ιδιαίτερη σημασία εξαιτίας της επικοινωνίας του με την Εύβοια ο Ωρωπός υπήρξε αιτία διαμάχης ανάμεσα στους Βοιωτούς και τους Αθηναίους. Κατοίκηση στον Ωρωπό διαπιστώνεται από τη μεσοελλαδική εποχή στη θέση Νέα Παλάτια. Κεραμικά λείψανα της μεσσοελλαδικής, της μυκηναϊκής, της πρωτογεωμετρικής, της γεωμετρικής και της αρχαϊκής περιόδου προέρχονται από την ευρύτερη περιοχή του Ωρωπού. Μέχρι και το τέλος της αρχαϊκής εποχής η πόλη πρέπει να βρισκόταν υπό την επίδραση αν όχι κατοχή της Ερέτριας.
Γύρω στο 506 π.Χ. μετά τη νικηφόρα εκστρατεία των Αθηναίων κατά των Βοιωτών ή λίγο αργότερα μετά τα μηδικά, ο Ωρωπός περιήλθε στην κατοχή της Αθήνας. Από κάποιο λόγο του ρήτορα Λυσία μαρτυρείται πως ο Αθηναίος Πολύστρατος ήταν διοικητής του Ωρωπού πριν από το 411 π.Χ. Οι κάτοχοι της πόλης εναλλάσσονται για μεγάλο διάστημα ενώ μετά το 367/366 π.Χ. περίπου και για αρκετά χρόνια φαίνεται ότι απέκτησε την αυτονομία της.
Μεγάλο γεγονός για την πόλη υπήρξε η ίδρυση του Αμφιαρείου στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. Από τις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. και ως το 338 π.Χ. (μάχη Χαιρώνειας) το Αμφιάρειο οργανώνεται και η φήμη του απλώνεται στην Ελλάδα. Κτίζονται σε αυτό κτήρια και στήνονται αγάλματα.Το ιερό φαίνεται να λειτουργεί με βάση σταθερό κανονισμό. Σύμφωνα με έναν κατάλογο με ονόματα νικητών εκείνης της εποχής κάθε χρόνο διοργανώνονταν αγώνες τα Αμφιάρεια τα Μικρά και κάθε πέμπτο χρόνο τα Αμφιάρεια τα Μεγάλα. Τα Αμφιάρεια τα Μεγάλα περιλάμβαναν μουσικούς, αθλητικούς και ιππικούς αγώνες στους οποίους έπαιρναν μέρος αθλητές λόγιοι και ηθοποιοί από όλη την Ελλάδα, την Ιταλία και τη Μικρά Ασία.
Από το 338 π.Χ. ως τις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. μεσολαβεί περίοδος διαφόρων μεταβολών. Ο Φίλιππος της Μακεδονίας ή ο γιος του Αλέξανδρος παραχωρεί τον Ωρωπό στους Αθηναίους. Οι Αθηναίοι αναδιοργανώνουν τις γιορτές και τους αγώνες του ιερού, προσφέρουν αφιερώματα στον Αμφιάραο και κατασκευάζουν κτήρια. Το 313 π.Χ τον Ωρωπό κυριεύει ο στρατηγός του Αντίγονου του Μονόφθαλμου Πολεμαίος. Το 287 π.Χ. ο Ωρωπός γίνεται μέλος του Κοινού των Βοιωτών και επακολουθεί άνθηση του Αμφιαρείου που διαρκεί ως το 146 π.Χ. Στο ιερό του προσέρχονται τώρα πλήθη ανθρώπων απ' όλα τα μέρη του ελληνικού κόσμου, τα νησιά και τη Μικρά Ασία. Πολλές είναι και οι δωρεές και οι ευεργεσίες που δέχεται το ιερό. Τα λιμάνια του κράτους -Σκάλα και Δελφίνιο όπως ονομάζονται σήμερα - όπου αποβιβάζονταν οι προσκυνητές του ιερού συνέβαλλαν στη αύξηση των εσόδων του Ωρωπού. Μεγάλοι μονάρχες της Ανατολής όπως ο Πτολεμαίος Δ' ο Φιλοπάτωρ ευνοούν υλικά την μικρή πόλη - κράτος.
Κατά την Ρωμαιοκρατία (από το 146 π.Χ.) ο Ωρωπός είναι "αυτόνομος". Άνθηση του ιερού κατά τον 1ο αιώνα π.Χ. οφείλεται στην ευεργεσία του Ρωμαίου στρατηγού Σύλλα. Στις αρχές του 1ου αι. μ.Χ. στα χρόνια του Αυγούστου ο Ωρωπός γίνεται πλέον οριστικά κτήση της Αθήνας. Αναθηματικές επιγραφές των πρώτων χριστιανικών χρόνων που βρέθηκαν στο Αμφιάρειο μας πληροφορούν ότι οι Αθηναίοι προσφέρουν αφιερώματα στον τιμώμενο θεό του ιερού. Η λατρεία του Αμφιαράου έσβησε με την επικράτηση του Χριστιανισμού.
Οι νεότεροι περιηγητές έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον για το ιερό. Ο Leake, γνώστης του αρχαίου κόσμου έδωσε σωστές πληροφορίες για το Ιερό του Αμφιαρείου. Κατά το 19ο αι. και άλλοι περιηγητές ενδιαφέρθηκαν για την ανακάλυψη και τη μελέτη του ιερού. Το 1884 ξεκίνησε η συστηματική ανασκαφή του ιερού από την Αρχαιολογική Εταιρεία με τον Βασίλειο Λεονάρδο. Η ανασκαφή διήρκησε με διαλείμματα ως το 1929 και αποκάλυψε τα ερείπια μνημείων στο Μαυροδήλεσι και πολλές επιγραφές που είναι πολύτιμες για τις πληροφορίες που περιέχουν.
Ο Χώρος
Το Αμφιάρειο είναι κτισμένο στις όχθες ενός χειμάρρου, της Χαράδρας, όπως την έλεγαν οι αρχαίοι. Στην αριστερή όχθη βρίσκονται τα επίσημα οικοδομήματα, ο ναός, ο βωμός, η στοά, το θέατρο και στη δεξιά απλώνεται η κατοικίδια συνοικία. Στην κατοικίδια συνοικία, εκτός από γραφεία, καταστήματα και ξενοδοχεία, βρίσκονταν η αγορά και η Κλεψύδρα (υδραυλικό ρολόι). Σήμερα σώζονται τα ερείπια των κτισμάτων του ιερού.
Η είσοδος του ιερού γινόταν στα αρχαία χρόνια από την ανατολική του άκρη όπου βρίσκονται και τα επίσημα κτήρια του ιερού. Το πρώτο κτίσμα που αντικρίζει ο επισκέπτης κατευθυνόμενος προς τα δυτικά είναι τα λουτρά του ιερού. Πρόκειται για τετράγωνο κτήριο του 4ου αι. που δε σώζεται σε καλή κατάσταση. Από αρχαίους συγγραφείς γνωρίζουμε ότι τα λουτρά ήταν φημισμένα κατά την αρχαιότητα και επισκίαζαν ακόμη και τη φήμη του ιερού.
Στα δυτικά των λουτρών βρίσκονται τα ερείπια της "μεγάλης στοάς του ιερού" του 4ου αι και αυτή. Η στοά είναι κτίσμα του 4ου αι. π.Χ. και έχει μήκος 110μ. Στα άκρα της ανατολικό και δυτικό, υπάρχουν δύο δωμάτια, όπου γινόταν η εγκοίμηση όσων ζητούσαν χρησμό από τον Αμφιάραο.
Πίσω από τη "μεγάλη στοά του ιερού" βρίσκεται το θέατρο. Το θέατρο με αναστηλωμένη την κιονοστοιχία του προσκηνίου, χρονολογείται στο 2ο αι. π.Χ. Πέντε μαρμάρινοι θρόνοι, στην περιφέρεια της ορχήστρας χρονολογούνται στον 1ο αι. π.Χ. και προορίζονταν για τους ιερείς και τους επίσημους θεατές των θεατρικών δρώμενων. Ένας από αυτούς τους θρόνους σώζεται ακέραιος.
Δυτικά της στοάς βρίσκεται η σειρά των βάθρων των αγαλμάτων, που πλαισίωναν το δρόμο που οδηγούσε στο ναό.
Εμπρός από τα τελευταία βάθρα βρίσκονται τα ερείπια του "μεγάλου βωμού του ιερού". Σώζεται μόνο το κάτω μέρος του. Στα αρχαία χρόνια ο βωμός ήταν μνημειακών διαστάσεων.
Προς τη βόρεια πλευρά του βωμού βρίσκονται τα λείψανα τριών ημικυκλικών σκαλιών. Σύμφωνα με επιγραφή του ιερού τα σκαλιά ανήκαν σε κτίσμα που ονομαζόταν μάλιστα Θέατρο το κατά τον βωμόν. Το θέατρο που χρονολογείται στον 5ο ή στον 4ο αι. π.Χ. προοριζόταν για τους θεατές των θυσιών που γίνονταν στο βωμό. Στο σημείο όπου στέκεται το τελευταίο βάθρο σώζονται σε αρκετό ύψος οι τοίχοι ενός μικρού ναού του 4ου αι. π.Χ.
Νοτιοδυτικά του βωμού ήταν κτισμένος ο μεγάλος ναός του ιερού που ήταν αφιερωμένος στον Αμφιάραο. Το ναό που έχει διαστάσεις 38 Χ 14μ. αποτελούσαν ο πρόδομος και ο σηκός. Στον πίσω τοίχο του σηκού υπήρχε μια πόρτα που οδηγούσε σε ένα μικρό δωμάτιο που χρησίμευε ίσως ως θησαυροφυλάκιο του ιερού ή είχε κάποια σχέση με τη λατρεία. Σήμερα σώζεται το άνοιγμα και το κατώφλι αυτής της πόρτας. Το κτίσμα ήταν δωρικού ρυθμού και κτίστηκε τον 4ο αιώνα π.Χ
Στα νότια του βωμού βρίσκεται η ιερή πηγή που το νερό της δεν επιτρεπόταν να χρησιμοποιηθεί για καθαρμούς ή για πλύσιμο χεριών. Όταν κανείς θεραπευόταν έριχνε μέσα στην πηγή ασημένια ή χρυσά νομίσματα γιατί από εκεί πίστευαν ότι βγήκε ο Αμφιάραος ως θεός μετά την καταβύθιση του στη γη από τον κεραυνό του Δία. Το νερό αναβλύζει σήμερα από μια δεξαμενή των ρωμαϊκών χρόνων.
Δίπλα από την πηγή υπήρχαν αντρικά λουτρά από τα οποία σώζονται μόνο μια δεξαμενή, δύο μεγάλες λεκάνες, το δάπεδο και το κάτω μέρος των τοίχων μερικών δωματίων των λουτρών.
Στην άλλη όχθη του ποταμού υπήρχαν κατοικίες και εγκαταστάσεις που ήταν αναγκαίες για τη λειτουργία του ιερού. Ο ξενώνας, στα νοτιοδυτικά η αγορά που περιστοιχίζεται από κολόνες, το μακρόστενο κτήριο στη βορειοανατολική πλευρά της που ίσως ήταν το αγορανομίο.
Η Κλεψύδρα
Το Αμφιάρειο είναι κτισμένο στις όχθες ενός χειμάρρου, της Χαράδρας, όπως την έλεγαν οι αρχαίοι. Στην αριστερή όχθη βρίσκονται τα επίσημα οικοδομήματα, ο ναός, ο βωμός, η στοά, το θέατρο και στη δεξιά απλώνεται η κατοικίδια συνοικία. Στην κατοικίδια συνοικία, εκτός από γραφεία, καταστήματα και ξενοδοχεία, βρίσκονταν η αγορά και η Κλεψύδρα (υδραυλικό ρολόι). Σήμερα σώζονται τα ερείπια των κτισμάτων του ιερού.
Η είσοδος του ιερού γινόταν στα αρχαία χρόνια από την ανατολική του άκρη όπου βρίσκονται και τα επίσημα κτήρια του ιερού. Το πρώτο κτίσμα που αντικρίζει ο επισκέπτης κατευθυνόμενος προς τα δυτικά είναι τα λουτρά του ιερού. Πρόκειται για τετράγωνο κτήριο του 4ου αι. που δε σώζεται σε καλή κατάσταση. Από αρχαίους συγγραφείς γνωρίζουμε ότι τα λουτρά ήταν φημισμένα κατά την αρχαιότητα και επισκίαζαν ακόμη και τη φήμη του ιερού.
Στα δυτικά των λουτρών βρίσκονται τα ερείπια της "μεγάλης στοάς του ιερού" του 4ου αι και αυτή. Η στοά είναι κτίσμα του 4ου αι. π.Χ. και έχει μήκος 110μ. Στα άκρα της ανατολικό και δυτικό, υπάρχουν δύο δωμάτια, όπου γινόταν η εγκοίμηση όσων ζητούσαν χρησμό από τον Αμφιάραο.
Πίσω από τη "μεγάλη στοά του ιερού" βρίσκεται το θέατρο. Το θέατρο με αναστηλωμένη την κιονοστοιχία του προσκηνίου, χρονολογείται στο 2ο αι. π.Χ. Πέντε μαρμάρινοι θρόνοι, στην περιφέρεια της ορχήστρας χρονολογούνται στον 1ο αι. π.Χ. και προορίζονταν για τους ιερείς και τους επίσημους θεατές των θεατρικών δρώμενων. Ένας από αυτούς τους θρόνους σώζεται ακέραιος.
Δυτικά της στοάς βρίσκεται η σειρά των βάθρων των αγαλμάτων, που πλαισίωναν το δρόμο που οδηγούσε στο ναό.
Εμπρός από τα τελευταία βάθρα βρίσκονται τα ερείπια του "μεγάλου βωμού του ιερού". Σώζεται μόνο το κάτω μέρος του. Στα αρχαία χρόνια ο βωμός ήταν μνημειακών διαστάσεων.
Προς τη βόρεια πλευρά του βωμού βρίσκονται τα λείψανα τριών ημικυκλικών σκαλιών. Σύμφωνα με επιγραφή του ιερού τα σκαλιά ανήκαν σε κτίσμα που ονομαζόταν μάλιστα Θέατρο το κατά τον βωμόν. Το θέατρο που χρονολογείται στον 5ο ή στον 4ο αι. π.Χ. προοριζόταν για τους θεατές των θυσιών που γίνονταν στο βωμό. Στο σημείο όπου στέκεται το τελευταίο βάθρο σώζονται σε αρκετό ύψος οι τοίχοι ενός μικρού ναού του 4ου αι. π.Χ.
Νοτιοδυτικά του βωμού ήταν κτισμένος ο μεγάλος ναός του ιερού που ήταν αφιερωμένος στον Αμφιάραο. Το ναό που έχει διαστάσεις 38 Χ 14μ. αποτελούσαν ο πρόδομος και ο σηκός. Στον πίσω τοίχο του σηκού υπήρχε μια πόρτα που οδηγούσε σε ένα μικρό δωμάτιο που χρησίμευε ίσως ως θησαυροφυλάκιο του ιερού ή είχε κάποια σχέση με τη λατρεία. Σήμερα σώζεται το άνοιγμα και το κατώφλι αυτής της πόρτας. Το κτίσμα ήταν δωρικού ρυθμού και κτίστηκε τον 4ο αιώνα π.Χ
Στα νότια του βωμού βρίσκεται η ιερή πηγή που το νερό της δεν επιτρεπόταν να χρησιμοποιηθεί για καθαρμούς ή για πλύσιμο χεριών. Όταν κανείς θεραπευόταν έριχνε μέσα στην πηγή ασημένια ή χρυσά νομίσματα γιατί από εκεί πίστευαν ότι βγήκε ο Αμφιάραος ως θεός μετά την καταβύθιση του στη γη από τον κεραυνό του Δία. Το νερό αναβλύζει σήμερα από μια δεξαμενή των ρωμαϊκών χρόνων.
Δίπλα από την πηγή υπήρχαν αντρικά λουτρά από τα οποία σώζονται μόνο μια δεξαμενή, δύο μεγάλες λεκάνες, το δάπεδο και το κάτω μέρος των τοίχων μερικών δωματίων των λουτρών.
Στην άλλη όχθη του ποταμού υπήρχαν κατοικίες και εγκαταστάσεις που ήταν αναγκαίες για τη λειτουργία του ιερού. Ο ξενώνας, στα νοτιοδυτικά η αγορά που περιστοιχίζεται από κολόνες, το μακρόστενο κτήριο στη βορειοανατολική πλευρά της που ίσως ήταν το αγορανομίο.